“Hello world!”
Αυτές ήταν οι πρώτες λέξεις που έγραψε τον Δεκέμβριο του 2021 στο Twitter ένας παράλυτος άνδρας, χρησιμοποιώντας μόνο την σκέψη του και μια διεπαφή εγκεφάλου-υπολογιστή (brain-computer interface, BCI), η εμφύτευση της οποίας είχε γίνει από την εταιρεία Synchron.
Για τα εκατομμύρια των ανθρώπων που ζουν με παράλυση, επιληψία και νευρομυϊκές παθήσεις, τα BCI προσφέρουν αποκατάσταση κινητικότητας και, πιο πρόσφατα, την δυνατότητα αποτύπωσης της σκέψης σε κείμενο.
Μέχρι στιγμής, στο εμπόριο έχουν διατεθεί ελάχιστες επεμβατικές (με εμφύτευση) εκδοχές της τεχνολογίας αυτής. Ωστόσο, ορισμένες εταιρείες είναι αποφασισμένες να το αλλάξουν αυτό.
Μαζί με την Synchron είναι η Neuralink του Elon Musk, η οποία παρουσίασε έναν πίθηκο που παίζει video game μέσω BCI – καθώς και η νεότερη “Precision Neuroscience”, που συγκέντρωσε πρόσφατα 41 εκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή ενός αφαιρούμενου εμφυτεύματος, λεπτότερου από μια ανθρώπινη τρίχα.
Κάποια στιγμή, τα BCI θα επιτρέψουν στους ανθρώπους να εκτελούν μια σειρά εργασιών χρησιμοποιώντας μόνο την σκέψη τους. Αυτό είναι, όμως, υπέροχο ή τρομακτικό;
Πώς λειτουργούν τα BCI;
Τα BCI μπορεί να είναι μη επεμβατικά (που φοριούνται) ή επεμβατικά (εμφυτεύσιμα). Τα πιο συχνά καταγεγραμμένα “νευροδεδομένα” αφορούν την ηλεκτρική δραστηριότητα, με τα επεμβατικά BCI να παρέχουν καλύτερη ποιότητα σήματος από τα μη επεμβατικά.
Η λειτουργία των περισσότερων BCI μπορεί να συνοψιστεί ως παθητική, ενεργητική και αντίδρασης. Όλα τα BCI εκτελούν επεξεργασία σήματος (signal processing) για να φιλτράρουν τα εγκεφαλικά σήματα. Μετά την επεξεργασία, τα ενεργά BCI και τα BCI αντίδρασης εμφανίζουν στην έξοδό τους την απόκριση στην εκούσια εγκεφαλική δραστηριότητα του χρήστη.
Σήματα από συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου αποτελούν συνδυασμό πολλών μικροσκοπικών σημάτων από πολλαπλές περιοχές. Έτσι, τα BCI χρησιμοποιούν αλγόριθμους αναγνώρισης μοτίβων ώστε να αποκρυπτογραφήσουν τις πιθανές προελεύσεις ενός σήματος και να το συνδέσουν με ένα ηθελημένο γεγονός, όπως μια εργασία ή μια σκέψη.
Ένα από τα πρώτα εμφυτεύσιμα BCI έχει ήδη βοηθήσει στην αντιμετώπιση επιληπτικών κρίσεων που είναι ανθεκτικές στα φάρμακα. Και οι συνεχιζόμενες κλινικές δοκιμές σηματοδοτούν μια νέα εποχή για άτομα με νευρολογικά και σωματικά προβλήματα.
Έξω από την κλινική σφαίρα, ωστόσο, τα νευροδεδομένα βρίσκονται σε έναν χώρο ουσιαστικά ανεξέλεγκτο, ο οποίος δεν διέπεται από σχετικούς κανονισμούς.
Ένας άγνωστος μεσάζων
Κατά την ανθρώπινη αλληλεπίδραση, οι σκέψεις ερμηνεύονται από το άτομο που τις βιώνει και τις επικοινωνεί και -χωριστά- από το άτομο που λαμβάνει την επικοινωνία. Υπό αυτή την έννοια, το να επιτρέπουμε σε αλγόριθμους να ερμηνεύουν τις σκέψεις μας θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια άλλη οντότητα η οποία “μιλάει” για εμάς.
Αυτό θα μπορούσε να εγείρει ζητήματα σε ένα μέλλον όπου η αποτύπωση της σκέψης σε κείμενο θα είναι ευρέως διαδεδομένη. Για παράδειγμα, η έξοδος ενός BCI θα μπορούσε να είναι “Είμαι Καλός”, την στιγμή που ο χρήστης θέλει να πει “Είμαι Καταπληκτικός”. Αυτά τα δύο μπορεί να είναι παρόμοια, δεν είναι όμως ίδια. Ένα πλήρως λειτουργικό άτομο μπορεί εύκολα να διορθώσει ένα τέτοιο λάθος – για άτομα, όμως, που έχουν δυνατότητα επικοινωνίας μόνο μέσω BCI, υφίσταται ο κίνδυνος να παρερμηνευτούν τα όσα θέλει να πει.
Επιπλέον, τα εμφυτευμένα BCI μπορούν να παράσχουν πρόσβαση σε όλα τα σήματα του εγκεφάλου· δεν υπάρχει τρόπος να επιλεχθεί το ποια σήματα κοινοποιούνται.
Τα δεδομένα του εγκεφάλου αποτελούν αναμφισβήτητα τα πιο προσωπικά μας δεδομένα λόγω του τι μπορεί να συναχθεί σχετικά με την ταυτότητα και την ψυχική μας κατάσταση. Ωστόσο, οι ιδιωτικές εταιρείες των BCI δεν είναι υποχρεωμένες να ενημερώνουν τους χρήστες σχετικά με τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την εκπαίδευση αλγορίθμων ή πώς συνδέονται τα δεδομένα με τις ερμηνείες.
Στην Αυστραλία, υπάρχουν αυστηροί κανόνες αποθήκευσης δεδομένων που απαιτούν όλα τα δεδομένα ασθενών που σχετίζονται με BCI να αποθηκεύονται σε ασφαλείς διακομιστές σε μη ταυτοποιήσιμη μορφή, γεγονός που συμβάλλει στην προστασία του απορρήτου των ασθενών. Εκτός ερευνητικού πλαισίου, όμως, οι απαιτήσεις είναι ασαφείς.
Ποιοί οι κίνδυνοι από την απουσία προστασίας των νευροδεδομένων;
Δεν θα λέγαμε ότι είναι ιδιαίτερα πιθανό, τα BCI να μας εκτοξεύουν σε έναν δυστοπικό κόσμο – εν μέρει λόγω των σημερινών υπολογιστικών περιορισμών. Άλλωστε, απαιτείται ένα τεράστιο άλμα για να μεταβούμε από ένα BCI που στέλνει ένα σύντομο κείμενο σε ένα που ερμηνεύει μία ολόκληρη συνείδηση.
Τούτου λεχθέντος, η πραγματοποίηση αυτού του άλματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο καλά μπορούμε να εκπαιδεύσουμε αλγόριθμους, κάτι που απαιτεί περισσότερα δεδομένα και υπολογιστική ισχύ. Η άνοδος της κβαντικής πληροφορικής -όποτε συμβεί, τελικά, αυτό- θα μπορούσε να προσφέρει αυτούς τους πρόσθετους υπολογιστικούς πόρους.
Στο βιβλίο της “Weapons of Math Destruction” (2016), η Cathy O’Neil υπογραμμίζει πώς οι αλγόριθμοι που μετρούν περίπλοκες έννοιες όπως οι ανθρώπινες ιδιότητες θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε οντότητες-αρπακτικά να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για τους πιο ευάλωτους ανθρώπους.
Μερικά υποθετικά worst-case scenarios:
- Τρίτες εταιρείες αγοράζουν νευροδεδομένα από τις εταιρείες των BCI, και τα χρησιμοποιούν για λήψη αποφάσεων· όπως το εάν θα χορηγηθεί σε κάποιον δάνειο ή πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη.
- Επιτρέπεται στα δικαστήρια να διατάζουν νευροπαρακολούθηση ατόμων που έχουν τη δυνατότητα να διαπράξουν εγκλήματα, με βάση το προηγούμενο ιστορικό τους ή το κοινωνικο-δημογραφικό τους περιβάλλον.
- BCI “νευροενίσχυσης” αποτελούν προϋπόθεση για πρόσληψη, π.χ. στον στρατό. Αυτό θα θόλωνε τα όρια μεταξύ της ανθρώπινης λογικής και της αλγοριθμικής επιρροής.
- Όπως ισχύει σε όλους τους κλάδους όπου το απόρρητο δεδομένων είναι καθοριστικής σημασίας, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος hacking των νευροδεδομένων, με κυβερνο-εγκληματίες να έχουν πρόσβαση και να εκμεταλλεύονται δεδομένα εγκεφάλου.
Μετά, υπάρχουν και πιο λεπτά παραδείγματα, που περιλαμβάνουν την πιθανότητας για μεροληψία. Στο μέλλον, η μεροληψία μπορεί να εισαχθεί στις τεχνολογίες BCI με διάφορους τρόπους, μεταξύ των οποίων:
- η επιλογή ομοιογενών δεδομένων εκπαίδευσης
- η έλλειψη διαφορετικότητας μεταξύ των συμμετεχόντων στις κλινικές δοκιμές (ειδικά στις ομάδες ελέγχου)
- η έλλειψη διαφορετικότητας στις ομάδες που σχεδιάζουν τους αλγόριθμους και το λογισμικό.
Εάν τα BCI προορίζονται για να εξυπηρετούν διαφορετικούς χρήστες, τότε η ποικιλομορφία θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε κάθε στάδιο της ανάπτυξης.
Πώς μπορούμε να προστατεύσουμε τα νευροδεδομένα;
Το όραμα για “νευρο-δικαιώματα” αποτελεί έναν εξελισσόμενο χώρο. Οι ηθικές προκλήσεις βρίσκονται στην ισορροπία μεταξύ της επιλογής του καλύτερου για τό άτομο και του καλύτερου για την κοινωνία γενικότερα.
Για παράδειγμα, θα έπρεπε να εξοπλίζονται οι στρατιώτες με συσκευές νευροενίσχυσης ώστε να μπορούν να υπηρετούν καλύτερα τη χώρα τους και να προστατεύονται στην πρώτη γραμμή ή αυτό θέτει σε κίνδυνο την ατομική ταυτότητα και την ιδιωτική τους ζωή; Και σε τι είδους νομοθεσία θα πρέπει να περιλαμβάνονται τα νευρο-δικαιώματα: περί προστασίας δεδομένων, νομοθεσία για την υγεία, για τους καταναλωτές ή το ποινικό δίκαιο;
Σε μια παγκόσμια πρωτιά, το 2021 η Χιλή ψήφισε έναν νόμο νευρο-δικαιωμάτων για την προστασία της ψυχικής ιδιωτικότητας, ταξινομώντας ρητώς τα νοητικά δεδομένα και την εγκεφαλική δραστηριότητα ως ανθρώπινο δικαίωμα που πρέπει να προστατεύεται νομικά. Παρά το ότι αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, παραμένει ασαφές το πώς θα εφαρμοστεί ένας τέτοιος νόμος.
Παράλληλα, μία ομάδα ασθενών με έδρα τις ΗΠΑ παίρνει την κατάσταση στα χέρια της. Η “BCI Pioneers” είναι μια ομάδα που αγωνίζεται να διασφαλίσει ότι τον κύριο ρόλο στη συζήτηση γύρω από τη νευροηθική θα τον έχουν οι ασθενείς.
Άλλες προσπάθειες περιλαμβάνουν το Ίδρυμα “Neurorights Foundation”, καθώς και την πρόταση για έναν “τεχνοκρατικό όρκο” βασισμένο στον όρκο του Ιπποκράτη που δίνεται από γιατρούς. Τέλος, σε εξέλιξη βρίσκεται, επίσης, μια επιτροπή του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (ISO) για πρότυπα σχετικά με τα BCI.
Πηγή: https://theconversation.com/